Ο Χάξλεϋ, οι εκλογές και… η κοινοβουλευτική δικτατορία…
του Δημητρίου Σ. Παπαδόπουλου (Σταυριώτη)
‘’Η τέλεια δικτατορία θα έχει την εμφάνιση δημοκρατίας. Μια φυλακή χωρίς τοίχους όπου οι κρατούμενοι δεν θα ονειρεύονται να δραπετεύσουν. Ένα σύστημα δουλείας όπου, χάρη στην κατανάλωση και τη διασκέδαση, οι δούλοι θα αγαπήσουν τη δουλεία τους…’’ Άλντους Χάξλευ
Λένε πως οι ποιητές είναι και κάτι σαν προφήτες. Πάνε σχεδόν εκατό χρόνια από τότε πού ‘γραψε τούτες τις γραμμές ο Άλντους Χάξλεϋ. Βέβαια, ποιητής δεν ήταν, ως συνδαιτυμόνας πάντως του Χόρχε Λουι Μπόρχες, θα πρέπει να ήταν σημαντικός. Αλήθεια, σήμερα, αναγνωρίζουμε κάτι από την συνθήκη που περιγράφει τόσο γλαφυρά εκείνος ο Χάξλεϋ; Λέτε να γινήκαμε δούλοι δίχως να το καταλάβουμε; Μήπως βαδίζουμε προς τα εκεί… εάν δεν έχουμε ήδη φθάσει… λέω εγώ τώρα…
Άραγε, είναι ενδεδυμένη η δικτατορία με τη φορεσιά της δημοκρατίας και μας ξεγελά; Κι είμαστε εμείς οι πολίτες κλεισμένοι σε μια φυλακή δίχως τοίχους και κάγκελα; Που δεν ονειρευόμαστε να δραπετεύσουμε; Σαν πουλιά στο κλουβί τους, που ανοίγεις το πορτάκι τους κι εκείνα δεν φεύγουν; Γιατί έχουν ξεμάθει να πετούν… γιατί έχουν ξεμάθει στη λευτεριά… στη λευτεριά της σκέψης;
Μήπως ένα ποιητής, ημπορεί, μέσα απ’ την αχλύ του μέλλοντος… ημπορεί κάτι να ξεκρίνει; Τι όμως;
Η εποχή μας είναι πολύ πιο πρόσφορη ώστε να επισυμβεί η συνθήκη που περιέγραψε τότε ο Χάξλεϋ. Η ελεγχόμενη πληροφόρηση κυριαρχεί παντού. Τα λεγόμενα συστημικά μέσα αντλούν όλα από την ίδια πηγή το «ιερόν νάμα» των ειδήσεων, αλλάζοντας απλώς τον τίτλο. Κι όταν κάποιο μη συστημικό μέσον πάει να ξεφύγει, να θεριέψει και αποκτά αίφνης δύναμη, αγοράζεται. Καθότι ‘’την δόξαν πολλοί εμίσησαν, το χρήμα ουδείς’’…
Το κινητό μας τηλέφωνο είναι κάτι σαν τα αυτιά μας, το μάτι μας (το όριο του μυαλού μας). Είναι κάτι σαν προέκταση του σώματός μας. Δίχως αυτό αισθανόμαστε ανάπηροι. Ανοίγοντάς το, είτε το θέλουμε είτε όχι, διαβάζουμε αυτό που επέλεξαν κάποιοι ως τη σημαντικότερη είδηση της ημέρας.
Κάπως έτσι φθάσαμε να βλέπουμε να γράφονται άρθρα επί άρθρων για το χασμουρητό της Σάτι στη Eurovision που πρόσβαλε τους Ισραηλινούς και παραδίπλα σε άλλη στήλη, τον Μητσοτάκη να χρίζεται ως καταλληλότερο πρόσωπο να μας κυβερνήσει. Βέβαια εδώ οι ακριβοπληρωμένοι αμερικανοί επιστήμονες της επικοινωνίας έκαμαν το θαύμα τους. Έχτισαν έναν πρωθυπουργό με τα πιο άχρηστα υλικά που θα μπορούσαν να έχουν στη διάθεσή τους. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι κι αυτοί που στέκονται απέναντί του είναι το ίδιο ολίγιστοι και θλιβεροί. Ένας Ανδρουλάκης άχρωμος και άγευστος, με την αποτυχία χαραγμένη στη φάτσα του σαν ανεξίτηλο τατουάζ, ένας Κουτσούμπας αρτηριοσκληρωτικός σαν το καχεκτικό ποσοστό του στις εκλογές που παραμένει διαχρονικά εκνευριστικά σταθερό. Έναν Βελόπουλο που θα ήθελε πολύ να είναι στη θέση εκείνου του ανεκδιήγητου Άδωνη ή του Βορίδη, και που παλεύει γι’ αυτό και τέλος, έναν Κασελάκη που δείχνει να αποτελεί την εφεδρεία των «συμμάχων» μας των Αμερικανών όταν ο Μητσοτάκης θα έχει φάει (εκλογικά) τα ψωμιά του στην Ελλάδα και θα μεταναστεύσει σε άλλες θεσμικές παραλίες ευρωπαϊκές ή ό,τι άλλο. Κι έτσι μας απομένει μια Λατινοπούλου (γιατί όχι;) σαν αποκούμπι και κάποιοι άλλοι ακόμη που δεν ξέρουμε και τόσο καλά από πού κρατεί η σκούφια τους.
Παρένθεση: ήθελα να ήξερα… πραγματικά θα ήθελα να μάθω, τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που ψηφίζουν Μητσοτάκη. Τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στο ταραγμένο μυαλό τους. Τι φάρμακο παίρνουν. Διάβασαν άραγε τις ενδείξεις στα ψιλά γράμματα και τις παρενέργειες; Ιδίως οι παραδοσιακοί νεοδημοκράτες. Αλλά αυτό είναι κάτι θα μας απασχολήσει ίσως σε επόμενο (προεκλογικό) άρθρο.
Τι λέγαμε όμως;
‘’Μην σκοτώνετε τους ηττημένους. Θα σας χρειαστούν για τις αυριανές νίκες’’, είπε κάποιος Σλοβένος φιλόσοφος και μάλλον είχε δίκαιο.
Φυσικά και χρειάζονται όλοι αυτοί που προαναφέραμε στη λεγόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία μας. Πού και πού ν’ ακούγονται κι οι αντίθετες φωνές. Έτσι η δικτατορία αποκτά μιαν επίφαση δημοκρατίας… για ξεκάρφωμα σαν να λέμε…
Μη μού πείτε ότι δεν το βλέπετε κι εσείς. Ότι δηλαδή η κοινοβουλευτική μας δημοκρατία έχει καταντήσει μια ιδιότυπη, ιδιόμορφη δικτατορία. Ότι έχει γίνει κουρέλι. Ακόμη κι η δικαστική εξουσία, ένας απ’ τους τρεις πυλώνες του Συντάγματός μας, η μόνη ίσως που θα μπορούσε να ορθώσει ανάστημα εμπρός στην τυραννία των μέτριων πολιτικών, έχει καταντήσει θλιβερά γραφική (εάν όχι επικίνδυνη). Υποχείριο των πολιτικών. Αυτοί διορίζουν τους υψηλόβαθμους θεσμικούς της δικαιοσύνης.
Και πείτε μου τώρα εσείς: είναι ή όχι μια ιδιότυπη φυλακή εδώ πού ‘μαστε;
Και κάπως έτσι γινήκαμε οκνηροί (στη σκέψη) εμείς οι πολίτες. Και εγκαταλείψαμε τη διάθεση για δουλειά, χάριν του επιδόματος ανεργίας. Με τη συνέργεια αχρείων αρχόντων που το χορηγούν πρόθυμα. Όπως χορηγούν και διάφορα επιδόματα με ευφάνταστες ονομασίες, δίκην ελεημοσύνης, προκειμένου να μην ξεπεράσουν οι «φυλακισμένοι» πολίτες το κρίσιμο εκείνο όριο της πείνας των ιδίων και των παιδιών τους και εξεγερθούν.
Ίσως να βλέπει ξεκάθαρα ο ποιητής, αυτόν τον αχαλίνωτο πολλαπλασιασμό των κίβδηλων επιθυμιών, τις κραυγαλέες δαπάνες της ανταγωνιστικής τεχνικής των πωλήσεων και τη μάστιγα της αζυγοστάθμητης κατανάλωσης που χτίζει το ‘’σύστημα δουλείας’’ που αναφέρει ο Χάξλεϋ.
Ναι, είναι πιο εύκολο να ποντάρεις διακόσια ευρώ στη ρουλέτα (εδώ στο Ωραιόκαστρο έχουμε χαρακτηριστικά παραδείγματα) παρά να τα στοιχηματίσεις παίζοντας μια παρτίδα σκάκι. Το δεύτερο απαιτεί σκέψη επίπονη. Το πρώτο βλακεία απύθμενη.
Γίναμε δουλοπάροικοι που ανταλλάξαμε την ελευθερία μας για μια καλή σειρά στο Netflix, κι η φλυαρία μας πηγαίνει στο βρόντο μέσα απ’ τα ασύρματα καλώδια των social media. Εκεί ξεσπάμε, αλλά όταν έρθει εκείνη η ώρα (των εκλογών) ψηφίζουμε Μητσοτάκη για να έχουμε την ησυχία μας… ξέρετε εσείς. Ωσάν εκείνον τον πονηρό γάτο στο τραγούδι της μεταπολίτευσης που τον εσυνέλαβαν οι εκπρόσωποι του εθνικού μας κορμού, οι θεματοφύλακες του πολιτικώς ορθού, κι εκείνος (ο γάτος) απολογούνταν: ‘’εγώ δεν είμαι γάτος, είμαι ένας άνθρωπος αισθήματα γεμάτος, κοιτάζω το συμφέρον μου, διαβάζω εφημερίδα… κ.λ.π.’’.
Έτσι κι εμείς. Διαβάζουμε τη «σωστή» εφημερίδα, δηλαδή βλέπουμε ανελλιπώς Εισαγγελάτο και Αντικειμενικολάου, κοιμώμενοι τον ύπνο του δικαίου… του βολεμένου… κι είμαστε πολιτικώς ορθοί.
Ας κλείσουμε, δίκην επιμυθίου, με μια ακόμη σοφία που μας παρέδωσε εκείνος ο Χάξλεϋ: ‘’Οι περισσότεροι από εμάς παραμένουμε αδαείς γύρω από τον εαυτό μας, επειδή η αυτογνωσία είναι επίπονη και προτιμούμε την απόλαυση της ψευδαίσθησης’’.
Όπως κι εκείνο το ωραίο που είπε ο φίλος του ο Μπόρχες: ‘’Οι δικτατορίες υποθάλπουν την καταπίεση, την υποτέλεια. Το φρικτότερο όλων όμως είναι ότι υποθάλπουν την ηλιθιότητα…’’
(Τούτη η τελευταία ρήση του Μπόρχες, μάλλον κουμπώνει μια χαρά με τους ψηφοφόρους του πρώτου κόμματος στις επερχόμενες ευρωεκλογές…)